ΑΓΝΗ ΜΑΡΙΑΚΑΚΗ * (7’ ανάγνωση)
* Η κα Αγνή Μαριακάκη είναι Ψυχολόγος, Κοινωνική Ερευνήτρια, Εκπαιδεύτρια με Μεταπτυχιακές σπουδές πάνω στην Οργανισμική Ψυχολογία, τη Συναισθηματική Νοημοσύνη και την Εξωλεκτική Επικοινωνία. Εκπαιδεύτρια Νευρογλωσσικού Προγραμματισμού και πιστοποιημένη θεραπεύτρια τραύματος. Διευθύνει την Εταιρία Κοινωνικών Ερευνών mindSearch απο το 1996. Διδάσκει στο Ανοιχτό Λαϊκό Πανεπιστήμιο και στο ιταλικό κρατικό Πανεπιστήμιο του Camerino. Ερευνήτρια κοινωνικής ένταξης ατόμων με ειδικές ανάγκες.
Οι ξένες γλώσσες σήμερα αποτελούν επένδυση για το μέλλον των παιδιών. Όλοι γνωρίζουμε ότι η επάρκεια μιας τουλάχιστον ξένης γλώσσας αποτελεί απαραίτητο εφόδιο για τη ζωή αλλά και για την επαγγελματική αποκατάσταση.
Στην εποχή μας είναι προϋπόθεση εξέλιξης και επιτυχίας. Με αυτό σαν δεδομένο ο προβληματισμός των γονέων γίνεται όλο και πιο έντονος. Ιδιαίτερα αυτόν τον καιρό αναρωτιούνται ποιος είναι ο ιδανικός τρόπος να μάθει μια ξένη γλώσσα το παιδί τους. Τους προβληματίζει ο χρόνος εκμάθησης, το σύστημα εκμάθησης, και μάλιστα σε συνδυασμό με τα τόσα σχολικά καθήκοντα αλλά και τις εξωσχολικές δραστηριότητες. Σκέφτονται το οικονομικό κόστος αλλά και την ποιότητα της εκπαίδευσης, την σωστή κατάρτιση των καθηγητών και ποιο θα είναι στο τέλος αυτό που συνολικά θα αποκομίσει το παιδί τους. Αναρωτιούνται αν τελικά θα το έχουν ουσιαστικά βοηθήσει στη μετέπειτα πορεία του επενδύοντας σε χρόνο και σε χρήμα.
Η Ελλάδα ανήκει στις χώρες με την υψηλότερη γλωσσομάθεια! Οι Έλληνες μαθαίνουν τελικά ξένες γλώσσες. Η γλωσσομάθεια των Ελλήνων ανάμεσα στους πολίτες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας είναι στατιστικώς αποδεδειγμένη από τελευταίες έρευνες που πρόσφατα έχουν δημοσιευτεί.
Παρόλο που το εκπαιδευτικό μας σύστημα προβλέπει υποχρεωτική εκμάθηση της ξένης γλώσσας ήδη από την πρωτοβάθμια εκπαίδευση, αυτό φαίνεται να υπολειτουργεί και να μην είναι αποτελεσματικό, ούτε και αρκετό. Δεν υπάρχει δυνατότητα να πάρει ένας μαθητής την πιστοποίηση ξένης γλώσσας από το Δημόσιο Σχολείο. Έτσι έχουν καθιερωθεί δύο εξωσχολικοί θεσμοί: τα ιδιαίτερα μαθήματα και τα Κέντρα-Σχολεία Ξένων Γλωσσών. Σε αυτές τις λύσεις καταφεύγει η συντριπτική πλειοψηφία των γονέων για να διασφαλίσει την εκμάθηση της γλώσσας. Ωστόσο ποια είναι η σωστή επιλογή για το παιδί; Πώς θα μάθει καλύτερα και θα ωφεληθεί καλύτερα;
Η ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΟΥ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΥ
Όλο και περισσότεροι γονείς καταλήγουν στην επιλογή του ιδιαίτερου μαθήματος, με τον δάσκαλο που έρχεται στο σπίτι. Είναι όμως αυτός ο ιδανικός τρόπος για να μάθει και να προχωρήσει το παιδί;
Οι γονείς εξυπηρετούνται με τον δάσκαλο που έρχεται στο σπίτι, διότι δεν έχουν την έγνοια του «πήγαινε κι έλα» από το σχολείο γλώσσας, δεν έχουν την έγνοια της παρακολούθησης του παιδιού στο σπίτι. Ο γονιός λέει «…φτάνει που έχω να παρακολουθώ το παιδί σε τόσα μαθήματα στο σχολείο του, ας μην έχω να επιβλέπω και τα αγγλικά από πάνω…». Κι έτσι αναθέτει στο δάσκαλο που έρχεται στο σπίτι όλη αυτή τη φροντίδα. Επιπλέον, σήμερα μπορεί να βρει έναν δάσκαλο με σχετικά χαμηλό κόστος ώρας. Μπορεί να βρει έναν φοιτητή, έναν νέο απόφοιτο σχολής που ψάχνει δουλειά, κάποιον δάσκαλο που θέλει να συμπληρώσει το εισόδημά του, και που χρεώνουν σχετικά χαμηλά την ώρα τους. Είναι όμως αυτή η σωστή λύση;
Ας δούμε μερικούς παράγοντες που πρέπει να αξιολογήσει ο γονιός προκειμένου να αποφασίσει πότε είναι απαραίτητος ο δάσκαλος στο σπίτι και πότε είναι απαραίτητο το σχολείο.
1. Η ΕΞΑΤΟΜΙΚΕΥΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ, Ο ΡΥΘΜΟΣ ΚΑΙ Ο ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ
Ένα από τα βασικά πλεονεκτήματα του ιδιαίτερου μαθήματος «θεωρείται» ότι είναι η εξατομικευμένη διδασκαλία, στις ανάγκες του παιδιού. Ωστόσο αυτό αποτελεί ένα μεγάλο μύθο τελικά. Αυτό που συνηθέστερα συμβαίνει, ειδικά όταν ο δάσκαλος του ιδιαίτερου είναι άπειρος ή μη καταρτισμένος, είναι να ορίζει το ίδιο το παιδί ένα ρυθμό εκμάθησης, ανάλογα με το πόσο βαριέται. Δηλαδή το παιδί μαθαίνει τόσο γρήγορα και αποτελεσματικά όσο ευσυνείδητο είναι το ίδιο. Ο δάσκαλος αναγκάζεται να ακολουθήσει το ρυθμό του, που πάντα είναι πολύ πιο αργός παρά πιο ταχύς.
Στις τάξεις των σχολείων γλώσσας, τον ρυθμό εκμάθησης τον καθορίζει ο δάσκαλος που σημαίνει ότι ο μαθητής θα αναγκαστεί να επιταχύνει το ρυθμό του, για να συμβαδίσει με την τάξη, και ο δάσκαλος θα εξασφαλίσει να μην έχει κενά, ή να καλύψει αυτά τα κενά με κάποιες έξτρα ώρες μελέτης. Η εξατομίκευση στο μάθημα είναι πλεονέκτημα του σχολείου γλώσσας, και είναι η τροχοπέδη στο ιδιαίτερο. Σε παλιότερα χρόνια ιδιαίτερα έκανε ο μαθητής που δεν τα πήγαινε καλά στο σχολείο. Σήμερα κάνει ιδιαίτερα συχνότερα ο μαθητής που βαριέται ή που οι γονείς του δεν έχουν την δυνατότητα να τον πηγαινοφέρνουν στο σχολείο.
Στο σχολείο, την οργάνωση της ύλης μέσα στο σχολικό έτος (πρέπει να) την καθορίζει το πρόγραμμα σπουδών και η μεθοδολογία του κέντρου που έχει μελετήσει ποια πρέπει να είναι η διδακτέα ύλη για το έτος. Ο δάσκαλος του ιδιαίτερου βαδίζει αυθαίρετα, χωρίς σχέδιο και χωρίς μαθησιακό πλάνο για τον μαθητή του ούτε ακολουθεί ούτε εφαρμόζει κάποιο διδακτικό σύστημα ή διδακτική φιλοσοφία. Γι’ αυτό είναι σπανιότατες οι περιπτώσεις παιδιών που περνάνε τις εξετάσεις των διπλωμάτων γλώσσας έχοντας παρακολουθήσει αποκλειστικά και μόνο ιδιαίτερα, χωρίς να έχουν πάει ποτέ στο σχολείο γλώσσας. Αυτό που συνήθως κάνει ο δάσκαλος του ιδιαίτερου είναι να ακολουθεί το σχεδιασμό μαθημάτων ενός κεντρικού βιβλίου που χρησιμοποιεί στο μάθημα. Αυτός όμως δεν είναι σχεδιασμός μαθησιακού πλάνου. Δεν μπορούμε να ακολουθούμε ένα βιβλίο απλά. Εκμάθηση γλώσσας σημαίνει ακούω, διαβάζω, μιλάω, συνθέτω, … Στο σχολείο αυτό επιτυγχάνεται από μια σύνθεση μαθησιακών διαδικασιών, κι όχι απλά από την παρακολούθηση ενός βιβλίου.
2. Η ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΚΑΙ Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΟΥ ΔΑΣΚΑΛΟΥ
Και πώς να σχεδιάσει ο δάσκαλος του ιδιαίτερου μαθησιακά πλάνα, όταν στην πράξη δεν είναι καν ο ίδιος επαρκώς καταρτισμένος, κι απλά κατέχει να μιλά τη γλώσσα! Η πιστοποίηση ότι κάποιος κατέχει τη γλώσσα δεν τον κάνει και δάσκαλο, ούτε ικανό να τη διδάξει.
Ωστόσο, το ιδιαίτερο σήμερα είναι η εύκολη διέξοδος για χαρτζιλίκι ή για πρόσθετο εισόδημα για πάμπολλους γνώστες της Αγγλικής ή άλλων γλωσσών, που όμως καμιά σχέση δεν έχουν με τη διδασκαλία.
Δεν γνωρίζουν πώς να σχεδιάσουν ένα μάθημα αποτελεσματικά.
Δεν γνωρίζουν τι μαθησιακούς στόχους να βάλουν για τη σχολική χρονιά.
Δεν γνωρίζουν πώς να ενθαρρύνουν το παιδί στην άμεση αφομοίωση.
Δεν γνωρίζουν πώς να καλύψουν και να δουλέψουν τις μαθησιακές αδυναμίες του παιδιού.
Σίγουρα ξέρουν να του μάθουν παπαγαλία τα ανώμαλα ρήματα, αλλά είναι άραγε αυτό το ζητούμενο;
Αξίζει να αρκείται κανείς σε έναν φοιτητή ή σε έναν μη καταρτισμένο, τυχαίο γνώστη της γλώσσας
όταν το ζητούμενο είναι να αγαπήσει την ξένη γλώσσα, να τη νιώσει σωστά, να μπορέσει να τη μιλήσει
και να πάρει τις αντίστοιχες πιστοποιήσεις;
3. Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΤΩΝ ΣΥΜΜΑΘΗΤΩΝ
Είναι πολύ σημαντικό να δώσουμε την κατάλληλη σημασία στην ομάδα των συμμαθητών, μαζί με τους οποίους μαθαίνει την ξένη γλώσσα το παιδί.
Μέσα στην τάξη το παιδί θα επιταχύνει την προσπάθειά του, γιατί η τάξη έχει ένα συνολικό δικό της ρυθμό στον οποίο θα προσαρμοστεί. Έχει μπροστά του αυτόν που τα καταφέρνει λίγο καλύτερα στα προφορικά, ή λίγο καλύτερα στην έκθεση, και πυροδοτείται η φιλοδοξία και η άμιλλα.
Μέσα στην τάξη το παιδί δεν θα βαρεθεί, γιατί έχει τους φίλους του, μαθαίνει μαζί με την παρέα του.
Μέσα στην τάξη το παιδί εκτίθεται σε διάφορα μαθησιακά στυλ, μέσω των συμμαθητών του. Μαθαίνει λοιπόν με πολλαπλούς τρόπους, ακούγοντας τους συμμαθητές του, μελετώντας μαζί τους, κάνοντας εργασίες μαζί τους.
Μέσα στην τάξη θα δει το σωστό να επιβραβεύεται και το λάθος να διορθώνεται πολλές φορές, επαναληπτικά, στους συμμαθητές του, και δεν γίνεται λοιπόν να μην μάθει και να μην προχωρήσει.
4. ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ
Το σχολείο δεν είναι απλά μάθηση και εκπαίδευση στην γνώση. Είναι μάθηση και εκπαίδευση στην ίδια τη ζωή. Στο κοινωνικό περιβάλλον του σχολείου γλώσσας το παιδί εκτίθεται στις ανθρώπινες σχέσεις και σε όλα τους τα στάδια. Μαθαίνει να συμμετέχει, να διακρίνεται, να διεκδικεί, να κάνει υπομονή, να ανέχεται, να διαπληκτίζεται και να συγχωρεί, να διαφωνεί και να τα ξαναβρίσκει, να εντάσσεται σε ένα σύνολο. Όλες αυτές είναι δεξιότητες για τη ζωή εξίσου ή και πιο σημαντικές από τα διπλώματα. Είναι τα χαρακτηριστικά που αύριο θα βοηθήσουν το παιδί να επιβιώσει στο επάγγελμά του, στη δική του οικογένεια, με τους συνεργάτες, τους προϊσταμένους του. Το σχολείο είναι ο ιδανικός χώρος όπου μαθαίνει όλα αυτά τα μαθήματα με ασφάλεια, ενώ το ιδιαίτερο το απομονώνει, το «αποστειρώνει» από όλη αυτή τη μάθηση ζωής.
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΛΟΙΠΟΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΝΑ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΤΟ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟ;
Σαφώς και υπάρχουν περιπτώσεις όπου το ιδιαίτερο είναι πολύτιμο. Σε περιπτώσεις που το παιδί έχει σημαντικές μαθησιακές δυσκολίες, όπως είναι οι βαριές μορφές δυσλεξίας ή άλλες ειδικές δυσκολίες. Σε τέτοιες περιπτώσεις όμως και πάλι ο γονιός καλό είναι να βρίσκει ειδικά εκπαιδευμένους ειδικούς και δασκάλους, για να εξασφαλίζει σωστή εκπαίδευση και επίβλεψη στο παιδί του.
Ειδικά, όταν οι γονείς αξιολογούν ένα σχολείο γλώσσας, πέρα από τις αίθουσες, το κτίριο, την τάξη, την προσβασιμότητα στο σπίτι, πρέπει να αξιολογούν τον επαγγελματισμό και την πείρα του διδακτικού προσωπικού, το πάθος και το ενδιαφέρον για το παιδί.